Όταν εμφανίζεται το πρόβλημα…
Οδηγίες προς τους γονείς
Γράφει η Κατερίνα Καραϊβάζογλου Ιατρός Παιδοψυχίατρος, υπ. Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Πατρών
Οι γονείς είναι συνήθως οι πρώτοι που αναγνωρίζουν ότι ένα παιδί έχει προβλήματα στη σκέψη, το συναίσθημα ή τη συμπεριφορά, χωρίς όμως πολλές φορές να γνωρίζουν πότε και που θα πρέπει να αναζητήσουν βοήθεια. Προσπαθώντας να ενημερωθούν για θέματα παιδικής και εφηβικής ψυχολογίας συχνά εμπλέκονται σε έναν όγκο πληροφοριών, που περισσότερο μπερδεύουν παρά διαφωτίζουν.
Για το λόγο αυτό, όταν αρχίζουν να ανησυχούν για κάποιες συμπεριφορές του παιδιού, θα ήταν καλό αρχικά να μοιραστούν τις ανησυχίες τους με τον παιδίατρο της οικογένειας, του οποίου οι παραινέσεις μπορούν να γίνουν αποδεκτές χωρίς αισθήματα αμφιβολίας ή ενοχής. Γνωρίζοντας τη φυσιολογική ανάπτυξη αλλά και τις ιδιαιτερότητες του κάθε παιδιού, ο παιδίατρος μπορεί υπεύθυνα να αναγνωρίσει τυχόν παρεκκλίσεις και να παραπέμψει στον παιδο-ψυχίατρο ή σε άλλον ειδικό, όταν χρειάζεται (π.χ. αναπτυξιολόγο, όταν υπάρχει αναπτυξιακή καθυστέρηση ή παιδονευρολόγο, όταν υπάρχει νευρολογικό πρόβλημα).
Η συζήτηση με τους δασκάλους ή τους καθηγητές μπορεί επίσης να δώσει στο γονέα χρήσιμες πληροφορίες για τη συμπεριφορά του παιδιού στο σχολείο και να τον κατευθύνει προς την αναζήτηση εξειδικευμένης βοήθειας. Στις περιπτώσεις των μεγαλύτερων παιδιών, οι γονείς μπορούν να συζητήσουν και με το ίδιο το παιδί τα προβλήματα που έχουν προκύψει με τρόπο ήρεμο και υποστηρικτικό, αναζητώντας από κοινού μια λύση. Αρκετές φορές οι δυσκολίες είναι παροδικές και εύκολα διαχειρίσιμες από την ίδια την οικογένεια, ωστόσο σε άλλες περιπτώσεις χρειάζεται η συνδρομή του παιδο-ψυχιάτρου. Γενικότερα, είναι προτιμότερο να παραπεμφθεί ένα παιδί στον ειδικό, ακόμα και όταν δε χρειάζεται, παρά να υποτιμηθεί η σοβαρότητα ενός προβλήματος και να μην αναζητηθεί η κατάλληλη θεραπεία.
Στον πίνακα παρατίθενται οι οδηγίες της Αμερικανικής Ακαδημίας Ψυχιατρικής Παιδιών και Εφήβων σχετικά με το πότε χρειάζεται παιδοψυχιατρική εκτίμηση. Ο παιδοψυχίατρος είναι ο ιατρός εκείνος που έχει τις γνώσεις και την εμπειρία να εκτιμήσει την ψυχική κατάσταση του παιδιού, να ζητήσει τις απαραίτητες εξετάσεις ή αξιολογήσεις από άλλους επαγγελματίες (ψυχολόγους, λο-γοθεραπευτές, εργοθεραπευτές, ειδικούς παιδαγωγούς), να θέσει τη διάγνωση ή να αποκλείσει την ύπαρξη ψυχοπαθολογίας, να ενημερώσει αντίστοιχα τους γονείς και να οργανώσει ένα θεραπευτικό πλάνο το οποίο μπορεί να περιλαμβάνει ψυχοθεραπεία, φαρμακοθεραπεία, συμβουλευτική γονέων, λο-γοθεραπεία, εργοθερα-πεία και ειδική αγωγή. Επιπλέον, μπορεί να ασκήσει συμβουλευτικό ρόλο σε περιπτώσεις όπου το παιδί ή η οικογένεια, χωρίς να εμφανίζουν απαραίτητα συμπτώματα κάποιας ψυχικής διαταραχής, αντιμετωπίζουν ή πρόκειται να αντιμετωπίσουν κάποιο ιδιαίτερο στρες π.χ. σωματική ασθένεια, θάνατο, διαζύγιο, διενέξεις γονέων, μείζονα αλλαγή στις συνθήκες διαβίωσης, ερχομό νέου μέλους στην οικογένεια κλπ.
Θα πρέπει στο σημείο αυτό να αναγνωρισθεί ότι η απόφαση ενός γονέα να αναζητήσει εξειδικευμένη βοήθεια δεν είναι καθόλου εύκολη. Η σύγχρονη κοινωνία εξακολουθεί να στιγματίζει την επαφή με τους ειδικούς της ψυχικής υγείας, ακόμα και όταν πρόκειται απλά για συμβουλές σε προβλήματα καθημερινής ζωής. Ιδιαίτερα για τους γονείς, η επίσκεψη στον παιδοψυχίατρο μπορεί να θεωρηθεί ως παραδοχή κάποιου φοβερού ψυχικού ή νοητικού ελαττώματος του παιδιού και της δικής τους αδυναμίας να το βοηθήσουν. Εντούτοις, είναι πλέον τεκμηριωμένο ότι η πρώιμη διάγνωση και παρέμβαση μπορεί να συμβάλει στη βελτίωση της ψυχικής υγείας του παιδιού και στην καλύτερη δυνατή εξέλιξή του. Επιπλέον η έγκαιρη αναζήτηση βοήθειας δίνει τη δυνατότητα εξειδικευμένης υποστήριξης στο γονέα, μειώνοντας έτσι το άγχος και την αίσθηση αναποτελεσματικότητας. Η προσπάθεια απόκρυψης των προβλημάτων, όχι μόνο ελαχιστοποιεί την πιθανότητα θεραπείας, αλλά δίνει και στο παιδί το μήνυμα ότι θα πρέπει να ντρέπεται για τις δυσκολίες του και οδηγεί σε επιπρόσθετα προβλήματα χαμηλής αυτοεκτίμησης και κοινωνικής απομόνωσης. Καθώς κανείς από εμάς δε μπορεί να διεκδικήσει για τον εαυτό του την απόλυτη σωματική ή ψυχική αρτιότητα και «φυσιολογικότητα», οφείλουμε πλέον να συνειδητοποιήσουμε ότι οι ψυχικές διαταραχές δε συνιστούν ηθικό έλλειμμα ή τιμωρία, αλλά αποτελούν όπως και οι σωματικές αρρώστιες αναπόδραστο ενδεχόμενο της ανθρώπινης ζωής.
Μικρά πιδιά
· Σημαντική καθυστέρηση στο λόγο, τη γνωστική ανάπτυξη και την απόκτηση κοινωνικών δεξιοτήτων και δεξιοτήτων αυτό-φροντίδας
· Σημαντική μείωση της σχολικής επίδοσης >- Κακοί βαθμοί παρά τη σκληρή προσπάθεια
· Πολλή ανησυχία και άγχος, όπως φαίνεται από συχνή άρνηση να πάει σχολείο, να κοιμηθεί ή να συμμετέχει σε δραστηριότητες φυσιολογικές για την ηλικία του
· Υπερκινητικότητα: στριφογύρισμα, συνεχή κίνηση πάνω από το φυσιολογικό Επίμονοι εφιάλτες
· Επίμονη ανυπακοή ή επιθετικότητα (που διαρκεί περισσότερο από 6 μήνες) και προκλητική αντίθεση σε φιγούρες εξουσίας (γονείς, δασκάλους) >- Συχνά, ανεξήγητα ξεσπάσματα θυμού
Παιδιά προεφηβικής και εφηβικής ηλικίας
· Σημαντική αλλαγή στη σχολική επίδοση
· Αδυναμία να αντιμετωπίσει τα προβλήματα και τις καθημερινές δραστηριότητες
· Σημαντικές αλλαγές στον ύπνο, την όρεξη και το φαγητό
· Πολλές σωματικές ενοχλήσεις
· Ριψοκίνδυνη σεξουαλική συμπεριφορά
· Κατάθλιψη όπως φαίνεται από παρατεταμένη αρνητική διάθεση και στάση που συχνά συνοδεύεται από μειωμένη όρεξη, δυσκολίες ύπνου ή σκέψεις θανάτου
· Κατάχρηση αλκοόλ ή ναρκωτικών ουσιών
· Έντονος φόβος μήπως παχύνει που δε σχετίζεται με το πραγματικό βάρος σώματος, πρόκληση εμετού, χρήση καθαρτικών ή περιορισμός της πρόσληψης τροφής
· Επίμονοι εφιάλτες
· Απειλές πρόκλησης κακού στον εαυτό ή τους άλλους
· Αυτοκαταστροφική συμπεριφορά
· Συχνά ξεσπάσματα οργής, επιθετικότητας
· Απειλές να φύγει από το σπίτι
· Συνεχής παραβίαση των δικαιωμάτων των άλλων, αντίσταση στις αρχές, σκασιαρχείο, κλοπές, βανδαλισμοί
· Αλλόκοτες σκέψεις και συναισθήματα, ασυνήθιστες συμπεριφορές.